ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Οι Περιηγητές του 19ου αιώνα επισημαίνουν την ύπαρξη ερειπίων από φρούριο σε οικισμούς των μεσαιωνικών χρόνων στους λόφους που εκτείνονται ανατολικά της Αναβύσσου. Ένας από αυτούς φέρει το ανεπίσημο όνομα «Καταφύγι», που προσιδιάζει στα μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Το έδαφος είναι άγονο και άνυδρο, ικανό να συντηρήσει κτηνοτρόφους μόνο. Σε πολλά σημεία παρουσιάζει μεγάλη κλίση, που κάνει σχεδόν αδύνατη την προσπέλαση, ενώ ο ορεινός όγκος του Προφήτη Ηλία, που υψώνεται στα νοτιοανατολικά, καθιστά αδιάβατη την περιοχή από την πλευρά της θάλασσας.
Για όλους τους παραπάνω λόφους το «Καταφύγι» επιλέχτηκε συχνά στο παρελθόν ως τόπος κατοικίας όσων κινδύνευαν από πειρατές και επιδρομείς. Ερείπια, που ανακαλύφθηκαν τυχαία κατά τη διαμόρφωση του χώρου για τη διάνοιξη οδών για την εγκατάσταση οικισμού των υπαλλήλων της Αγροτικής Τράπεζας, οδήγησαν το 1970 την Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στη διενέργεια ανασκαφικής έρευνας που απέδωσε πλήθος ευρημάτων. Βρέθηκαν τα θεμέλια έξι συνολικά οικοδομημάτων, το καθένα από τα οποία διέθετε δύο έως τρία δωμάτια και βοηθητικούς χώρους. Ίχνη λιθόστρωτου. πίθοι για την αποθήκευση γεωργικών προϊόντων και φρέατα για τη συλλογή ομβρίων υδάτων αποκαλύφτηκαν σε όλη την έκταση του οικισμού.
Για την κατασκευή τους είχαν χρησιμοποιηθεί ακατέργαστοι λίθοι διαφόρων σχημάτων και διαστάσεων και μέλη παλαιοχριστιανικών και Βυζαντινών κτισμάτων. Η μορφή της τοιχοδομίας συνιστούσε ένα ασφαλές κριτήριο για τη χρονολόγηση του οικισμού στους μεταβυζαντινούς χρόνους (11ος – 14ος αιώνας μ.Χ.). Είχε προηγηθεί η καταστροφή της Βασιλικής του Ολύμπου και φαίνεται ότι η ζωηρή ανάμνηση αυτού του γεγονότος προέτρεψε όσους επέζησαν να εγκατασταθούν στο «Καταφύγι». Έχτισαν μία μικρή εκκλησία, αφιερωμένη στον Άγιο Αντώνιο, και οργάνωσαν τη μικρή τους κοινωνία σύμφωνα με τις δυνατότητες που το ίδιο το τοπίο τους προσέφερε. Αγρότες και κτηνοτρόφοι στο σύνολό τους δεν έχουν να επιδείξουν ιδιαίτερα επιτεύγματα. Χαρακτηριστική είναι η απουσία κτερισμάτων από τους σαράντα τέσσερις τάφους που ανασκάφηκαν.
Οι περισσότεροι ήταν λακκοειδείς, πρόχειρα κατασκευασμένοι, και έφεραν ίχνη συνεχούς ταφής. Τρεις ήταν κτιστοί καμαροσκεπείς και η κάθοδος στο εσωτερικό τους γινόταν από σκάλα, που είχε κατασκευαστεί στην ανατολική πλευρά τους. Στην είσοδο του ενός βρέθηκε μαρμάρινη στήλη με την ακόλουθη επιγραφή:
«+ + + Κοιμητήριον Στεφάνου κ(αι) Παύλου κ(αι) Ακτέωνος κ(αι) της μητρός αυτών, οι ευτελείς κληρηκοί + εχι δε το ανάθεμα ί τις άλον +ώδε θη+».
Μέσω της επιγραφής η μητέρα των τριών κληρικών απηύθυνε κατάρα προς όποιον επιχειρούσε να παραβιάσει τον τάφο. με σκοπό να τοποθετήσει και άλλον νεκρό εντός αυτού.
Από τη μελέτη των ευρημάτων, των αρχιτεκτονικών λειψάνων και τάφων, φαίνεται ότι ο οικισμός στο «Καταφύγι» εξακολούθησε να κατοικείται μέχρι τους χρόνους της Τουρκοκρατίας. Τα ίχνη του χάθηκαν σιγά – σιγά και η λήθη «σκέπασε» τον τόπο και την ιστορία του. Αιώνες αργότερα, η αρχαιολογική σκαπάνη θα φανέρωνε ξανά τα «τεκμήρια» της ανθρώπινης παρουσίας και δράσης στην πεδιάδα της Αναφλύστου.
Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ
Ο σύγχρονος οικισμός βρίσκεται στα ανατολικά της Παλαιάς Φώκαιας περίπου 1500 μέτρα από τον παραλιακό δρόμο Αθηνών Σουνίου. Καταλαμβάνει ένα μικρό μέρος σε σχέση με την περιοχή που καταλάμβανε την ιστορική περίοδο που αναφέρεται παραπάνω, περίπου 3.500 στρέμματα.
Κατοικήθηκε αρχικά από παραθεριστές από το 1965. Σήμερα έχει περίπου 1500 κατοικίες και ο παραθεριστικός πληθυσμός αυξάνεται ραγδαία, όπως εξάλλου και οι μόνιμοι κάτοικοι οι οποίοι δεν είναι μόνο συνταξιούχοι αλλά οικογένειες στις παραγωγικές ηλικίες.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΧΟΛΙΟΥ
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.