Υπό προϋποθέσεις οι ελαφρύνσεις, αβεβαιότητα για χρέος και ποσοτική χαλάρωση
Τη μείωση του αφορολόγητου ορίου και των καταβαλλόμενων συντάξεων, σε κάθε περίπτωση, ακόμη δηλαδή κι αν επιτυγχάνεται ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019, προβλέπει η κατ’ αρχήν συμφωνία με τους πιστωτές που επιτεύχθηκε τη Δευτέρα στο Eurogroup. Αντιθέτως, οι ελαφρύνσεις, που, σύμφωνα με την κυβέρνηση, θα αντισταθμίζουν τα μέτρα περικοπών, θα προνομοθετηθούν μεν, σε μια προσπάθεια να αμβλυνθούν οι εντυπώσεις και να περιοριστεί το πολιτικό κόστος, αλλά θα εφαρμοστούν μόνο στον βαθμό που επιτυγχάνεται ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος. Σε περίπτωση υστέρησης, οι ελαφρύνσεις θα μειώνονται ανάλογα.
Ουσιαστικά, η κυβέρνηση αποδέχθηκε την προσέγγιση του ΔΝΤ, που υποστήριζε ότι η μείωση του αφορολόγητου ορίου και των υφιστάμενων συντάξεων πρέπει να γίνει ανεξαρτήτως της επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων.
Το ακριβές ύψος των περικοπών θα αποφασισθεί στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, το αφορολόγητο θα διαμορφωθεί μεταξύ 6.000 και 6.600 ευρώ από 8.636 ευρώ (για τον άγαμο).
Στις συντάξεις, η περικοπή της προσωπικής διαφοράς θα οδηγήσει σε μεσοσταθμική μείωση της τάξης του 14%. Στην κατ’ αρχήν συμφωνία του Eurogroup δεν περιλαμβάνονται και θα συζητηθούν μετά την αξιολόγηση με τους πιστωτές τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που θα επιτρέψουν την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Το μόνο σίγουρο, μετά το προχθεσινό Eurogroup, είναι ότι από το 2019 η κυβέρνηση συμφώνησε να επιβληθούν νέα μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα, έστω κι αν «τώρα αποκαλούνται μεταρρυθμίσεις», όπως σχολίαζε χθες οικονομικός παράγων με εμπειρία στις διαπραγματεύσεις. Μείωση του αφορολογήτου και των συντάξεων είναι οι δύο πυλώνες της συμφωνίας, που μαζί με τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας στοχεύουν στο να δελεάσουν το ΔΝΤ να επιστρέψει στο πρόγραμμα με χρηματοδότηση.
Από εκεί και πέρα, τα αιτήματα για ρύθμιση του χρέους και για ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης είναι ακόμη στον αέρα, όπως και η επιστροφή του ΔΝΤ. Στο προχθεσινό Eurogroup, o Γερούν Ντάισελμπλουμ περιορίστηκε σε μια γενικόλογη αναφορά ότι μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα εξετασθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, στο πλαίσιο, όμως, των αποφάσεων του Eurogroup του περασμένου Μαΐου, ενώ χθες ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είπε ότι αυτή τη στιγμή το πρόβλημα της Ελλάδας «δεν είναι το χρέος».
Το Ταμείο θέλει ακόμη πολύ «μασάζ» για να πειστεί να πάρει πίσω τα βαριά λόγια για το χρέος («εξαιρετικά μη βιώσιμο») που διατύπωσε μόλις πρόσφατα στην ανάλυσή του. Πρώτα θέλει να εξασφαλίσει ότι τα μέτρα θα είναι επαρκή για να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Αυτό θα επιχειρήσει η Ντέλια Βελκουλέσκου στην Αθήνα από την ερχόμενη εβδομάδα. Στη συνέχεια, θα δοθεί η μάχη για το χρέος.
Ιδανικά, όλα –ρύθμιση χρέους, ένταξη στο QE– θα γίνουν, κάποια στιγμή, με τρόπο, για να μη θιγεί η γερμανική κοινή γνώμη ενόψει εκλογών. Αλλά προς το παρόν τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Για να ισορροπήσει τις εντυπώσεις, απέναντι στις νέες αυξήσεις φόρων και περικοπές συντάξεων, η κυβέρνηση προβάλλει, βεβαίως, το αντισταθμιστικό κομμάτι των μέτρων που εξασφάλισε στο Eurogroup. Τα «καλά» μέτρα, όμως, θα εφαρμοστούν μόνον αν «περισσεύει» δημοσιονομικός χώρος. Αν δηλαδή με τα «κακά» μέτρα επιτυγχάνεται πλεόνασμα μεγαλύτερο από το 3,5% του ΑΕΠ.
Απαντήσεις σε όλα τα θέματα που έμειναν ανοικτά θα επιχειρηθούν τις επόμενες ημέρες, στην επίσκεψη των θεσμών, αλλά και σε πολιτικές συναντήσεις υψηλότερου επιπέδου. Παρακάτω είναι τα πρώτα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα μέχρι στιγμής δεδομένα.
Η Καθημερινή
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΧΟΛΙΟΥ
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.